Ποιοι ήταν αυτοί οι οποίοι πρώτοι "ταρακούνησαν τα νερά" και έκαναν γνωστή την ύπαρξη του Echelon; Μάθετε για το βιβλίο του Nicky Hager, τη σχτική δημοσίευση στο New Statesman, τις αποκαλύψεις του δημοσιογράφου Duncan Campbell, του αξιωματούχου της CIA Dan Smith, των δηλώσεων των Bill Blick, Bob Barr, Norman Baker και Mike Frost.

   
Στο βιβλίο του Nicky Hager "Secret Powers – New Zealand's role in the international spy network", το οποίο δηµοσιεύτηκε το 1996, περιγράφεται για πρώτη φορά με λεπτομέρειες το σύστηµα Echelon κι αποκαλύπτεται ο ρόλος της Νέας Ζηλανδίας στο κατασκοπευτικό σύστημα. 

Οι αποκαλύψεις του Hager οδηγήσαν τον πρωθυπουργό της χώρας για το διάστημα 1984 - 1989, David Lange, να δηλώσει ότι «ένας μεγάλος αριθμός προσώπων αποκάλυψαν στο Nicky Hager πράγματα, τα οποία ουδέποτε γνώριζε ο ίδιος, ως επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών...».

Τον Αύγουστο του 1980 στο περιοδικό New Statesman δημοσιεύτηκε ότι ο μεγαλύτερος σταθμός του «Project P415» είναι η αμερικανική δορυφορική και τηλεπικοινωνιακή βάση στο Menwith Hill, στο Yorkshire της Βρετανίας

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι συσκευές προορίζονταν για την παρακολούθηση διεθνών υπεραστικών συνδιαλέξεων. Ωστόσο, πρώην υπάλληλος του σταθμού κατηγόρησε τους υπεύθυνους για διαφθορά και παρακολούθηση αστικών τηλεφωνικών συνδιαλέξεων.

Η ίδια υπάλληλος, σύμφωνα με το περιοδικό New Statesman, γνωστοποίησε μια σειρά από επιχειρήσεις με κωδικούς όπως SILKWORTH, MOONPENNY, SIRE, RUNWAY, STEEPLEBUSH και ΒΙG BIRD

Κορυφή


Ο ανεξάρτητος δημοσιογράφος Duncan Campbell από τη Σκοτία, ήταν εκείνος ο οποίος ερεύνησε σε βάθος το θέμα του δικτύου Echelon. Στην αναφορά του με τον τίτλο «Somebody’s listening… Project P415», η οποία αργότερα μελετήθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, κατηγορούσε ευθέως την Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας των Η.Π.Α. ότι υπέκλεπτε τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις της γαλλικής εταιρίας Thomson η οποία διαπραγματευόταν με τη Βραζιλία την υπογραφή εμπορικής συμφωνίας ραντάρ για την παρακολούθηση του Αμαζονίου. Οι υπεύθυνοι του κατασκοπευτικού δικτύου γνωστοποίησαν τις ευαίσθητες πληροφορίες σε ανταγωνίστρια αμερικανική εταιρία, η οποία τελικά υπέγραψε τη συμφωνία. 

Σε μια δεύτερη περίπτωση η ευρωπαϊκή κοινοπραξία Airbus έχασε από την αμερικανική Boeing την υπογραφή συμβολαίου αξίας 6 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Στην ίδια αναφορά του ο δημοσιογράφος αναφέρει ως εμπλεκόμενα μέρη τη Νέα Ζηλανδία, την Αυστραλία και τον Καναδά.

Ο Campbell παρέδωσε το πόρισμά του στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την κάλεσε να αναλάβει δράση κατά την παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Στις καταγγελίες του ανέφερε ότι οι εθνικές μυστικές υπηρεσίες χρησιμοποιούσαν για τη συλλογή των πληροφοριών τους μεγάλες αμερικανικές εταιρίες υψηλής τεχνολογίας, όπως τη Microsoft και την IBM, ενώ «φωτογράφισε» εταιρία παραγωγής μικροτσίπ.

Ο ίδιος ο δημοσιογράφος ανέφερε με πικρία: «Δεν υπάρχουν δικλείδες ασφαλείας ούτε αξιώσεις. Δεν υπάρχει πουθενά όπου μπορείς να πας και να πεις ότι κάποιοι υποκλέπτουν τις διεθνείς επικοινωνίες. Πρόκειται για έναν κόσμο χωρίς νόμους».

Κορυφή

Στη φωνή δυσπιστίας του δημοσιογράφου, προστέθηκε κι εκείνη του αμερικανού συνταγματάρχη Dan Smith, πρώην αξιωματούχου της CIA, o οποίος ήταν αποκαλυπτικός στη γαλλική εφημερίδα Le Figaro. «Τεχνικά μπορούν να έχουν στη διάθεσή τους όλες τις πληροφορίες, να τις ταξινομούν και να εντοπίζουν αυτά που τους ενδιαφέρουν. Στα σίγουρα όμως δεν υπάρχει πολιτική γραμμή για την εφαρμογή των παραπάνω προς όφελος εταιριών».

Κι ενώ για τους δυο κύριους πρωταγωνιστές – Η.Π.Α. και Μεγάλη Βρετανία – τα παραπάνω αποτελούσαν μέχρι πρότινος μυθεύματα, η κυβέρνηση της Αυστραλίας υπήρξε αποκαλυπτική. Περί τα τέλη του 1999, ο Γενικός Επιθεωρητής της Ασφάλειας και Μυστικών Υπηρεσιών της χώρας, Bill Blick, δήλωσε στο BBC:

«’Όπως θα περιμένατε, υπάρχει μια τεράστια ποσότητα ραδιοεπικοινωνίας η οποία κυκλοφορεί στην ατμόσφαιρα. Υπηρεσίες όπως η Διεύθυνση Αμυντικών Σημάτων, αποτελεί μέρος του δικτύου, η οποία συλλέγει τις παραπάνω πληροφορίες για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της εθνικής ασφάλειας». Όταν ρωτήθηκε αν οι πληροφορίες αυτές αποστέλλονται στις Η.Π.Α. και Βρετανία, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο.

Κορυφή


Στα τέλη του 1999 σειρά πήραν οι πολιτικοί και οι νομοθέτες. Με αγώνα του δημοκρατικού βουλευτή στο αμερικανικό Κογκρέσο, Bob Barr, ξεκίνησαν οι διαδικασίες εξιχνίασης των κατηγοριών. Ο Barr κατηγόρησε ευθέως την Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας των Η.Π.Α ότι «παραβιάζει την ιδιωτική ζωή των Αμερικανών». Η επίσκεψή του τον Δεκέμβρη του 1999 στη Βρετανία, είχε ως αποτέλεσμα να αφυπνιστούν και βρετανοί βουλευτές. 

Ο φιλελεύθερος βρετανός βουλευτής Norman Baker, έθεσε μια σειρά ερωτημάτων σχετικά με το Menwith Hill. Ως απάντησε εισέπραξε τη σιωπή. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χρησιμοποιείται ως κέντρο ακρόασης. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χρησιμοποιείται για τα αμερικανικά συμφέροντα και δεν έχω πεισθεί ότι κατά αυτόν τον τρόπο εξυπηρετούνται καλύτερα τα συμφέροντα της Βρετανίας», δήλωσε.

Το Μάρτιο του 2000 ο πρώην κατάσκοπος του Echelon, Mike Frost, υπήρξε αρκετά αποκαλυπτικός στους δημοσιογράφους Elkjaer και Kenan Seeberg της εφημερίδας Ekstra Bladet της Δανίας. Υπήρξε κατηγορηματικός για την ύπαρξη του δικτύου και για τη αγορά δεδομένων από τις μυστικές υπηρεσίες των σκανδιναβικών χωρών.

[ Κορυφή ]